Πρόκειται περί το άσμα'' Η Βαρβάρα'' που ηχογραφήθηκε το 1936 και απαγορεύτηκε το `39..... και έκανε πάταγο μεγάλο ανά την επικράτεια
Πριν ξηγήσω το διατί του πατάγου να πούμε ολίγα τινά περί την σύνθεσις , στίχων, συνθετών μουσικών κλπ.
Το μουζικό θέμα του άσματος είναι επηρεασμένο σφόδρα απέ τον παραδοσιακό σκοπό της Λέσβου
'' Η Θειά μου η Αμερσούδα'', όσο δε για τους στίχους εκεί είναι που γένηκε της κακομοίρας ένεκα των σεξουαλικών του υπονοουμένων.
Στη σύνθεση εμφανίζεται ο εξαίρετος Σμυρνιός συνθέτης Παναγιώτης Τούντας όστις ετύγχανε μορφωμένος περί τα μουσικά στο πλέντυ, ήτο δε και διαυθυντής ηχογραφήσεων στην Columbia τω καιρώ εκείνω
Λέγω ''εμφανίζεται'' γιατί υπάρχει η ''θεωρία''πως το τραγούδι ανήκε στον κορυφαίο όσο και ''περίεργο'' συνθέτη Γιοβάν Τσαούς(Γιάννη Εϊτζιρίδη) και απλά το υπέγραψε ο Τούντας αναλαμβάνοντας και την ευθύνη λόγω ονόματος και θέσης για καλύτερη εμπορική και δικαστική τύχη ένεκα τα ντράβαρα που επακολούθησαν . Λεγόταν επίσης πως ο Τούντας εκτός από μέγας συνθέτης ήτο και μέγας ''άρπαξ'' (Πετρόπουλος) αλλά αυτό δύσκολο να διαπιστωθεί την σήμερον . Νομίζω?
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως στην ηχογράφησις παίζει ταμπουρά, ο Γιοβάν Τσαούς (ακούγεται στον χαιρετισμό του Στελλάκη Περπινιάδη )πράγμα που έκανε σπάνια στα στούντιο και ουδέποτε στο πάλκο.
Όπως και νάχει το πράγμα δεν αφαιρεί τίποτις απ το μεγαλείο του Π. Τούντα, ο οποίος με την κεκλοφορία του τραγουδιού βρέθηκε να τρέχει και να μη φτάνει και ξηγούμαι αρκούντως νομίζω , παρακάτου
Παραθέτω τους στίχους για να ξέρουμε και γιατί μιλάμε
(Μουσική και στίχοι: Π. Τούντας - Τραγούδι: Στελλάκης Περπινιάδης)
Η Βαρβάρα κάθε βράδυ στη Γλυφάδα ξενυχτάει
και ψαρεύει τα λαβράκια, κεφαλόπουλα, μαυράκια
Το καλάμι της στο χέρι, κι όλη νύχτα στο καρτέρι
περιμένει να τσιμπήσει το καλάμι να κουνήσει
Ένας κέφαλος βαρβάτος, όμορφος και κοτσονάτος
της Βαρβάρας το τσιμπάει, το καλάμι της κουνάει
Μα η Βαρβάρα δεν τα χάνει, τον αγκίστρωσε τον πιάνει
τον κρατά στα δυο της χέρια και λιγώνεται στα γέλια
Κοίταξε μωρή Βαρβάρα, μη σου μείνει η λαχτάρα
τέτοιος κέφαλος με νύχι, δύσκολα να σου πετύχει
Βρε Βαρβάρα μη γλιστρήσει και στη θάλασσα βουτήξει
βάστα τον απ’ το κεφάλι μη σου φύγει πίσω πάλι
Στο καλάθι της τον βάζει κι από την χαρά φωνάζει
έχω τέχνη έχω χάρη ν’ αγκιστρώνω κάθε ψάρι
Για έναν κέφαλο θρεμμένο όλη νύχτα περιμένω
που θα ’ρθεί να μου τσιμπήσει, το καλάμι να κουνήσει
Γένηκε τεράστια επιτυχία και πούλησε περί τους 90 χιλιάδε δίσκοι, αριθμός τεράστιος για την εποχή(και για τώρα!!!). Απαγορεύτηκε από το καθεστώς του Ι. Μεταξά, λόγω προσβολής της δημοσίας αιδού.
Φήμες στα πέριξ της εποχής, λέγασι οτι το άσμα αναφερόταν στη θυγατέρα του Μεταξά η οποία ετύγχανε λέει γαμιόλα. (Τρίχες. Ο Μεταξάς δεν είχε κόρες με το όνομα αυτό) Εν πάσει περιπτώσει το άσμα απηγορεύθη, τραβολογήθη στον εισαγγελέα ο Τούντας ως συνθέτης(καταδικάστηκε σε βαρύτατο πρόστιμο) και ο Στελλάκης Περπινιάδης ως τραγουδιστής(ηθωώθη να πούμε) και κάτεσχε η αστυνομία όπου έβλεπε ''πλάκες '' με τη Βαρβάρα.
Στελλάκης Περπινιάδης
Αφηγείται ο μάρτυς-κατηγορούμενος Στελλάκης Περπινιάδης (Π. Κουνάδης, Τα Ρεμπέτικα, εκδ. «ΤΑ ΝΕΑ»:
[…] Άμα έβλεπες τη δίκη θα πέθαινες από τα γέλια. Η Αστυνομία είχε βγει παγανιά και γύριζε. Και καλημέρα, μήπως έχεις τη «Βαρβάρα»; Την έχω, έλεγε αυτός. Φέρ’ την εδώ. Την έπαιρνε λοιπόν, τσακ, πώς λέγεσαι; Καμιά πενηνταριά - εξηνταριά ήταν οι καταστηματάρχαι που τους είχανε μηνύσει.
[…]Ύστερα ο πρόεδρος φωνάζει εμένα. «Δεν ντράπηκες να τραγουδήσεις αυτό το τραγούδι;» με ρωτάει. «Εκτελώ χρέη που έχω κάνει. Ό, τι μου δώσανε το είπα. Εγώ είμαι εκτελεστής, η δουλειά μου είναι αυτή». […]
[…] Έφεραν (στο δικαστήριο) έναν πραγματογνώμονα από τον πανελλήνιο σύνδεσμο και έκανε ανάλυση του τραγουδιού. Είπε λοιπόν ο πραγματογνώμονας:
«Βρε αδερφέ, για σταθείτε. Δηλαδή επειδή το θέλει το δικαστήριο πρέπει να αλλάξουμε το όνομα του κέφαλου; Πώς να τον ονομάσουμε; Παλαμίδα; Σκουμπρί; Κέφαλος! Και αποκλείεται μια γυναίκα επειδή πήγε να ψαρέψει και έπιασε έναν κέφαλο; Τι να της πούμε; Της φώναξε ο βαρκάρης: Πιάστονε. Από πού θα τον έπιανε; Το ψάρι από πού πιάνεται; Από το κεφάλι, κύριε πρόεδρε ή από την ουρά;».
Δηλαδή ανάλυση τέτοια που ο πρόεδρος αναγκάστηκε και παραδέχτηκε ότι έτσι είναι αλλά και τι να κάνει τώρα; Να τον αθωώσει τον Τούντα; Θα γύρευε ρέστα. Λοιπόν, σου λέει, μια που ήρθε άσ’ τον να τον ζεματίσουμε αυτόν, να ξεμπερδεύουμε. Από τότε έγινε και η σφράγισις των τραγουδιών. […]
Αυτή ήτουνα και η μεγαλύτερη ζημιά.
Εκτοτε στήθηκε επιτροπή λογοκρισίας που στάθηκε αιτία να αλλάξει άρδην το τραγούδι(προς καλό ,προς το κακό, ως το αντιλαμβάνεται ο πάσα εις) και να τυραγνηθούν συνθέται και στιχουργοί επί δεκαετίες ολάκαιρες . Ητο η αιτία λέγω, να χαθούν , να σταματήσουν , κορυφαίοι δημιουργοί(Γιοβάν Τσαούς , Α. Δελλιάς , Παπάζογλου, Μπάτης , ολάκαιρη η Σμυρναίικη σκολή κλπ) οι δε υπόλοιποι να εκφράζονται κοσμίως(κατά τα γούστα των κρατούντων της εποχής), αν θέλανε να επιβιώσουσι.
Ο Τούντας απάντησε με την κεκλοφορία της ίδιας μουζικής με διαφορετικούς στίχους. ''Η Μαρίκα η δασκάλα" είχε την ίδια επιτυχία και τα ίδια προβλήματα ώσπου νάρθει το '' ο Μανωλιός κι η Δημητρούλα και να ησυχάσουσι οι καρακλοκένταυροι να πούμε. Ο σκοπός χρησιμοποιήθηκε για τέταρτη φορά στο «Άκου Ντούτσε μου τα νέα», που κορόϊδευε τον Ιταλό δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι για την επίθεση στην Ελλάδα το 1940.
Ο Τούντας έκτοτε και παρ ότι αποδυναμωμένος συνέχισε να γράφει ώσπου οι Γερμανοί κλείσασι τις δισκογραφικές το 41 και εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο τον Μάη ,καλή ώρα, του 1942 .
Αυτά τα ολίγα μάγκες
Μήτσος Τούφας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου